Φλεβάρη 1809 γεννήθηκε ο Κάρολος Δαρβίνος.
Με το έργο του «Η καταγωγή των ειδών» θεμελίωσε τη θεωρία της εξέλιξης, που υποστηρίζει την προέλευση των σύγχρονων ποικίλων ειδών από κοινούς προγόνους και εξηγεί την εξέλιξή τους με το μηχανισμό τηςφυσικής επιλογής, σύμφωνα με την οποία επικρατούν πληθυσμιακά οι απόγονοι των διαφόρων ειδών, που τα χαρακτηριστικά τους ευνοούν τη βέλτιστη προσαρμογή στις αλλαγές των παραγόντων του περιβάλλοντός τους.
Ετσι, για παράδειγμα, τα μαλλιαρά μαμούθ εξελίχτηκαν από ολιγότριχους προγόνους, που μετακινήθηκαν προς το βορρά, καθώς τα ζώα που τύχαινε να γεννηθούν με προδιάθεση για πιο μακρύ και πλούσιο τρίχωμα είχαν αυτόματα πλεονέκτημα στις κρύες περιοχές που ζούσαν, άντεχαν περισσότερο και είχαν συγκριτικά περισσότερους απογόνους στην επόμενη γενιά. Μαζί με άλλες αλλαγές στη φυσιολογία τους, που διευκόλυναν τη ζωή σε κρύα κλίματα και γι αυτό ευνοήθηκαν από τη φυσική επιλογή, δημιουργήθηκε τελικά ένα νέο είδος, το μαλλιαρό μαμούθ.
Στο έργο του αυτό, ο Δαρβίνος κατέγραψε τα συμπεράσματα από τις παρατηρήσεις που έκανε κατά το πολυετές ταξίδι του στα νησιά Γκαλαπάγκος. Παρατήρησε εκεί ότι τα πουλιά από το ένα νησί στο άλλο έμοιαζαν, αλλά δεν ήταν τα ίδια, καθώς είχαν διαφορές στο χρώμα ή στο ράμφος κ.ο.κ. Αντίστοιχα, πολλά φυτά στα νησιά μοιάζανε με αυτά των κοντινών ηπειρωτικών περιοχών κι ας ανήκαν σε άλλα είδη. Ολες αυτές οι ομοιότητες και οι διαφορές μπορούσαν να εξηγηθούν μόνο αν τα διάφορα είδη είχαν αναπτυχθεί από κοινούς προγόνους, που στο διάβα των χρόνων γίνονταν διαφορετικά μέσα από μικρές μεταβολές. Ανέδειξε έτσι το μηχανισμό της εξέλιξης, εξηγώντας το πώς ένα είδος δίνει ένα άλλο με αλλαγές.
Ο Λένιν έγραψε σχετικά: «Ο Δαρβίνος έβαλε τέρμα στην άποψη που υποστήριζε πως τα είδη των ζώων και των ανθρώπων δε συνδέονται καθόλου μεταξύ τους και πως χρωστιούνται σε τυχαίες αιτίες, γιατί “δημιουργήθηκαν από το θεό”. Ηταν ο πρώτος που έβαλε τη βιολογία πάνω σε βάσεις απόλυτα επιστημονικές και καθόρισε πώς έγινε η εξέλιξη των ειδών και σε ποια σχέση διαδέχτηκαν το ένα το άλλο».Ετσι, ο άνθρωπος δε δημιουργήθηκε με κάποιο υπερφυσικό τρόπο, αλλά είναι το αποτέλεσμα της εξελικτικής διαδικασίας στο ζωικό βασίλειο. Φυσικά, ο άνθρωπος δεν είναι απευθείας απόγονος του πιθήκου, όπως διαστρεβλώνεται συχνά η ιστορία της προέλευσης του ανθρώπου. Οι άνθρωποι και οι πίθηκοι είναι διαφορετικοί κλάδοι του ίδιου δέντρου, θα μπορούσαμε να πούμε. Στα βάθη του παρελθόντος, κάποιοι ανθρωπόμορφοι πίθηκοι ήταν οι κοινοί πρόγονοι και των δύο αυτών ειδών.
Ο Δαρβίνος άθελά του – καθότι ο ίδιος ήταν βαθύτατα πιστός και θρησκευόμενος – κατέστησε «περιττό» το ρόλο του Θεού στη «δημιουργία» του ανθρώπου, ξεσηκώνοντας έτσι τη μήνη της εκκλησίας. Βέβαια, οι σχετικές ιδεαλιστικές και σκοταδιστικές θεωρήσεις καλά κρατούν έως σήμερα.
Είναι χαρακτηριστική η αντιεπιστημονική θεώρηση περί «ευφυούς σχεδιασμού», μιας επιστημονικοφανούς αναβίωσης του παραδοσιακού τελεολογικού επιχειρήματος για την ύπαρξη Θεού (ο Θεός υπάρχει επειδή πρέπει να υπάρχει μια πρώτη αιτία), σύμφωνα με την οποία το πολυσύνθετο φαινόμενο της ζωής δεν μπορεί παρά να είναι αποτέλεσμα της «ευφυούς» ενός τέλειου, ανώτερου όντος κι όχι της τυχαιότητας. Ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, έχει γίνει μεγάλος ντόρος, που έχει οδηγήσει σε αρκετές περιπτώσεις να θεωρείται – μετά από δικαστικές αποφάσεις – εφάμιλλη της θεωρίας της εξέλιξης και οι δάσκαλοι να υποχρεούνται να διδάσκουν στους μαθητές και τις δύο. Αλλά και στη χώρα μας, είναι γνωστά τα σκοταδιστικά κηρύγματα εναντίον της θεωρίας του Δαρβίνου από διάφορους ιεράρχες. Αλλωστε, δεν πρέπει να αμελούμε ότι, έτσι όπως είναι διαρθρωμένη η σχολική ύλη, οι μαθητές σχεδόν ποτέ δε φτάνουν να διδάσκονται την εξέλιξη. Τυχαίο, άραγε;
Μαρξισμός και δαρβινισμός
Η δαρβινική θεωρία αποτέλεσε την κορωνίδα της επιστημονικής σκέψης στη βιολογία έως εκείνο τον καιρό, επιβεβαιώνοντας ότι τα πάντα στη φύση βρίσκονται σε μια διαδικασία συνεχούς αλλαγής και εξέλιξης.
Οι Μαρξ και Ενγκελς εκτιμούσαν βαθύτατα τις ανακαλύψεις του Δαρβίνου, που αποδείκνυαν επιστημονικά ότι η ανθρωπότητα είχε αναδυθεί από το ζωικό βασίλειο. Θεωρούσαν, μάλιστα, ότι η θεωρία του Δαρβίνου αποτελούσε έναν από τους προπομπούς, στο επίπεδο των φυσικών επιστημών, που συνέβαλαν στη γέννηση του διαλεκτικού υλισμού. Ο Ενγκελς τόνιζε ότι η θεωρία του Δαρβίνου ήταν για τη βιολογία αυτό που ήταν για την ιστορία η ανακάλυψη από τον Μαρξ των αντικειμενικών νόμων που καθορίζουν την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη.
Οι Μαρξ και Ενγκελς όχι μόνο αποδέχτηκαν τη δαρβινική θεωρία της καταγωγής του ανθρώπου από προγονικά ζώα, αλλά ερμήνευσαν την ειδοποιό διαφορά του ανθρώπου από τα άλλα είδη, αναζητώντας στους υλικούς – κοινωνικούς όρους ζωής των πιθηκόμορφων προγόνων του την εξήγηση της ανωτερότητάς του. Απέδειξαν έτσι ότι η «ανθρωποποίηση» είναι αποτέλεσμα, από ένα σημείο και έπειτα, αλλαγών στον τρόπο ζωής των προγόνων μας, με καθοριστικό το ρόλο της εργασίας, της συνειδητής αλλαγής από τον κοινωνικό άνθρωπο του φυσικού του περιβάλλοντος και μαζί και της ανθρώπινης φύσης.
Δαρβινισμός και κοινωνία
Αρκετοί σύγχρονοι αστοί κοινωνικοί επιστήμονες, επιδιώκουν να εξηγήσουν τα κοινωνικά φαινόμενα με όρους της δαρβινικής θεωρίας της φυσικής επιλογής (κοινωνικός δαρβινισμός), με επίκεντρο την «επιβίωση του ισχυρότερου». Ο κοινωνικός δαρβινισμός εμφανίζεται ως ρεύμα τον 19ο αι. και αφορά στην εφαρμογή της δαρβινικής θεωρίας της φυσικής επιλογής στο κοινωνικοπολιτικό επίπεδο. Ξεπήδησε από την ανάγκη της αστικής τάξης, που είχε πλέον εδραιώσει την κυριαρχία της, να καθυποτάξει την εργατική τάξη, που ζούσε υπό άθλιες συνθήκες. Η πιο αποκρουστική εφαρμογή του ήταν στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης και την ευγονική, με υποτιθέμενο στόχο την κατίσχυση της ανώτερης, άριας φυλής έναντι των «κατώτερων».
Πέραν αυτών, μια σειρά νεοδαρβινιστικές θεωρήσεις προσεγγίζουν τα κοινωνικά και οικονομικά φαινόμενα κατ’ αναλογία των μορφών οργάνωσης των πληθυσμών άλλων ζωντανών οργανισμών. Οι θεωρήσεις αυτές συμπίπτουν με τον κοινωνικό δαρβινισμό στο ότι η επιδίωξη για καταπολέμηση της κοινωνικής (και τελικά ταξικής) ανισότητας παραβιάζει τη «φυσική εξέλιξη» των ανθρώπων και των πραγμάτων, που βασίζεται στον «αγώνα για επιβίωση» και, τελικά, οδηγεί στην υπερίσχυση του ισχυρότερου.
Ως προς αυτά, αξίζει να παρακολουθήσουμε το πώς τοποθετείται ο Ι. Αντρέγιεφ, στη μελέτη του «Για το έργο του Ενγκελς «O ρόλος της εργασίας στην εξανθρώπιση του πιθήκου»» (εκδ. «Σύγχρονη Εποχή»):
«Η ανακάλυψη του Δαρβίνου για την προέλευση της ανθρωπότητας από τα ζώα είχε φυσικά εκρηκτική επίδραση στην επιστημονική, τη φιλοσοφική και την καθημερινή σκέψη του δεύτερου μισού του 19ου αιώνα. Ερωτήματα, όπως το πού βρίσκεται το όριο ανάμεσα στον κόσμο των ζώων και τον κόσμο της κοινωνίας, ποια είναι η φύση τη σύνδεσής τους και ποια η δυνατότητα εύρεσης μεταβατικών μορφών, τέθηκαν με καινούργια οξύτητα.
(…) Στο έργο του “Ο ρόλος της εργασίας στην εξανθρώπιση του πιθήκου”, ο Ενγκελς χρησιμοποίησε τις επιστημονικές ανακαλύψεις του Μαρξ και του Δαρβίνου για ν’ αποδείξει ότι η γένεση του ανθρώπου και η γένεση της κοινωνίας είναι πράγματα αξεχώριστα, διαλεκτικά αλληλεπιδρούσες, πλευρές ενός και του αυτού προτσές. (…) Ειδικότερα, ο Ενγκελς ξεπέρασε τους κοινωνικούς περιορισμούς του δαρβινισμού. (…) Η μαρξιστική θεωρία της γένεσης του ανθρώπου και της κοινωνίας μέσω της εργασίας παρέλαβε επιτεύγματα του δαρβινισμού σε μια μορφή απαλλαγμένη από βιολογίστικες τάσεις (…) συγκέντρωσε και σύνδεσε τα επιμέρους επιστημονικά δεδομένα σ’ ένα λογικό σύνολο, αποκαλύπτοντας έτσι τους αντικειμενικούς νόμους που καθόρισαν την εμφάνιση του ανθρώπου και της κοινωνίας.
(…) Οπως και την εποχή του Δαρβίνου και του Ενγκελς, έτσι και σήμερα, οι αστοί ιδεολόγοι προβάλλουν αυθαίρετες υποθέσεις που διακηρύσσουν ότι οι συγκρούσεις και τα δεινά στην κοινωνία έχουν μόνιμο χαρακτήρα. Διαστρεβλώνουν την αλήθεια όχι μόνο για το τωρινό στάδιο της Ιστορίας, αλλά επίσης και για τις απαρχές της. Προσπαθούν να παραστήσουν τους κοινωνικούς ανταγωνισμούς που είναι αντικειμενικά σύμφυτοι με την καπιταλιστική κοινωνία σαν χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ψυχολογίας του ατόμου, σαν “επιβιώσεις” από τον κόσμο των ζώων, που συνοδεύουν την ανθρωπότητα απ’ την αρχή και που θα συνεχίσουν να υπάρχουν για πάντα. Ο σκοπός τους είναι να συσκοτίσουν τα κοινωνικά αίτια των ανταγωνισμών αυτών, όπως και τον ιστορικά μεταβατικό τους χαρακτήρα.
(…) Αυτές οι ψευδοεπιστημονικές κατασκευές είτε εφαρμόζουν μηχανιστικά τις κοινωνικές σχέσεις της αστικής κοινωνίας πάνω σε φαινόμενα του ζωικού κόσμου είτε ερμηνεύουν βιολογικούς νόμους που παρουσιάζονται εκεί σαν κεφαλαιώδεις για τις κοινωνικές σχέσεις, σαν τις κινητήριες δυνάμεις για την κοινωνική ανάπτυξη. Η απολυτοποίηση, είτε στη μια είτε στην άλλη απ’ αυτές τις κατευθύνσεις, αναπόφευκτα διαστρεβλώνει τον κοινωνικό χαρακτήρα της ανθρωπότητας και τη βιολογική ουσία του ζωικού κόσμου.
Αξίζει ν’ αναφέρουμε εδώ ότι ο Μαρξ και ο Ενγκελς είχαν ασκήσει πολεμική ενάντια σε ουσιαστικά παρόμοιες βιολογίστικες και κοινωνιολογίστικες απόψεις. Η διαλεκτική – υλιστική αντίληψη για τη γένεση του ανθρώπου και της κοινωνίας, που επεξεργάστηκαν, κατέρριψε το μύθο των μοναχικών αγρίων που “συμφώνησαν” να οργανωθούν σε κοινωνία, όπως επίσης και τη χυδαία αντίληψη της φυσικής φιλοσοφίας πως ο άνθρωπος εμπνεύστηκε το σχηματισμό κοινωνιών από παραδείγματα του ζωικού κόσμου.
Η μαρξιστική θεωρία της ανθρωποκοινωνιογένεσης αποκαλύπτει την καταγωγή και την εξέλιξη του ανθρώπου, τη σχέση ανάμεσα στο βιολογικό και το κοινωνικό στοιχείο στη ζωή του και στις δραστηριότητές του, τον κοινωνικό χαρακτήρα της εργασίας, και το ρόλο της στη γένεση και την προοδευτική ανάπτυξη της ανθρωπότητας»
Ριζοσπάστης